σιτιομανία

σιτιομανία
η, Ν
ιατρ. ψυχογενής βουλιμία, τοξικομανιακού χαρακτήρα, που εμφανίζεται επί νευρωτικής ή ψυχωτικής καταθλίψεως ως αντίδοτο τού άγχους.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sitiomania < σιτίον, υποκορ. τού σῖτος + μανία].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”